Στήν παλαιά καί ἐρειπωμένη Μονή τοῦ Ταξιάρχη τῆς Τριταίας Πατρῶν
Tοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου
Πρίν λίγες ἡμέρες ἀνεβήκαμε στά δύσβατα μονοπάτια τῶν βουνῶν τῆς Τριταίας, μετά ἀπό πεζοπορία δύο περίπου ὡρῶν μαζί μέ ὁμάδα εὐσεβῶν νέων προκειμένου νά φθάσωμε στό ἱστορικό ἀλλά ἐρημωμένο πλέον Μοναστήρι τοῦ Ταξιάρχου Μιχαήλ.
Δύσκολη ἡ ἀνάβαση, κοπιαστικός ὁ δρόμος, ἀλλά «ἡδεῖα ἡ ἀπόλαυσις». Τό τοπίο μέ τά δένδρα στίς πλαγιές καί τά νερά στή βαθειά ρεματιά, ὃλη ἡ ὀμορφιά τῆς φύσης, σέ προετοιμάζουν γιά κάτι ξεχωριστό καί μεγάλο.
Αἰῶνες πρίν (περίπου τό 1600), ψυχές εὐλογημένες πού ἀγάπησαν περιπαθῶς τόν Θεό, ἀσκήτευσαν σέ τόπο μακρυνό ἀπό τόν κόσμο, ἐκεῖ ὃπου μόνοι, μόνῳ Θεῷ διαλεγόμενοι μέ προσευχές, νηστεῖες, ἀγρυπνίες καί σκληρή σωματική ἐργασία, ἐκέρδισαν τήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τό Καθολικό τῆς Παλαιᾶς Μονῆς στέκεται ὂρθιο, ἀντιστεκόμενο στή φθορά τοῦ χρόνου, γιατί ὁ Ταξιάρχης Μιχαήλ, ἐνοικεῖ ἐν αὐτῶ. Τά ἂλλα κτήσματα μαρτυροῦν παλαιά ἀκμή, ἐνῶ τά σπήλαια τῶν Ἁσκητῶν, στήν ἂλλη μεριά τῆς ρεματιᾶς, σέ μεταφέρουν σέ καιρούς πού οἱ Μοναχοί ζοῦσαν ἓνα ἂλλο μοναχισμό, μέ ὃλη τήν ἒννοια τῆς ἀσκητικῆς καί φιλοπόνου μακαρίας βιοτῆς.
Κάποιες τοιχογραφίες πού σώζονται ἀκόμα στό Ἱερό Βῆμα τοῦ Καθολικοῦ εἶναι ἀδιάψευστοι μάρτυρες τῆς παλαιᾶς αἲγλης τοῦ Μοναστηριοῦ.
Στό Μοναστήρι εἶχε φθάσει ἀπό τήν προηγουμένη ἡμέρα ὁ π. Ζαχαρίας ἀπό τήν Μονή τῶν Ἁγίων Πάντων (ὁ «Ταξιάρχης» εἷναι πλέον μετόχιο τῆς Μονῆς τῶν Ἁγίων Πάντων) μέ ὁμάδα εὐσεβῶν καί φιλομονάχων νέων, προκειμένου νά ἑτοιμάσουν γιά τήν ἐπικείμενη ἑορτή τῆς Ἁγίας Μαρίνης. Στό παλαίφατο Μοναστήρι τελεῖται Θεία Λειτουργία δύο φορές τόν χρόνο, στίς 6 Σεπτεμβρίου, ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ ἐν Χώναις θαύματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ καί στίς 17 Ἰουλίου ἐπί τῇ Ἱερᾶ μνήμῃ τῆς Ἁγίας ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης.
Συγκίνηση μᾶς κατέλαβε τήν ὣρα πού τελέσαμε τήν δέηση στό ἀπέριττο καί κατανυκτικό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Πόσους αἰῶνες ἂραγε εἶχε νά ἀνέλθῃ Ἀρχιερεύς στόν ἱερό αὐτό τόπο; Εὐχή ἐποιήσαμε καί προσευχή ἀναπέμψαμε πρός τόν πανοικτίρμονα Κύριο ὑπέρ ὑγείας τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καί τῶν εὐλαβῶν προσκυνητῶν καί ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν τῶν μακαρίων καί ἀοιδίμων κτητόρων τῆς Σεβασμίας Μονῆς ὡς καί τῶν ἐν εὑλαβείᾳ καί ἀσκητικῇ πολιτείᾳ ἐν αὐτῇ τελειωθέντων κατά Θεόν, ἁγίων Πατέρων.
Ξεδιψάσαμε ἀπό τό «ὓδωρ ἐκ πέτρας» στήν κυριολεξία. Καταπληκτικό τό θέαμα τοῦ καταρράκτου καί τοῦ ποταμοῦ ἀνάμεσα στά δυό ἀπρόσιτα καί δύσβατα Ἀχαϊκά βουνά. Τό ἓνα ἀπ’ αυτά κρατάει στήν ἀγκαλιά του τό Μοναστήρι καί τό ἂλλο τά ἀσκηταριά.
Ὁ π. Ζαχαρίας καί τά παιδιά, ἂναψαν φωτιά καί μαγείρεψαν ὃπως παληά, στά κάρβουνα. Νοσταλγήσαμε εὐλογημένες, περασμένες, ἀνεπανάληπτες ἐποχές. Ξαναφέραμε στό νοῦ μας μέ συγκίνηση βαθειά, ὂμορφες σκηνές ἀπό τά πατρογονικά μας καί ἀπό τήν Μονή τῆς μετανοίας μας ὃπου κατ’ ἀρχάς ἐμονάσαμε.
Εὐλογήσαμε τήν τράπεζα, ἐπάνω στόν στρωμένο σοφρά, μιλήσαμε στά παιδιά γιά τήν ἁπλότητα τῆς ζωῆς στήν ὓπαιθρο, γιά τόν μοναχισμό καί τήν πνευματική ἂσκηση καί τά εὐχαριστήσαμε γιά τόν κόπο τους νά βοηθήσουν στόν εὐτρεπισμό τῆς Μονῆς ἀλλά καί νά μᾶς συνοδεύσουν μέχρις ἐκεῖ παρά τίς πολλές δυσκολίες.
Τί ζῆλο, ἀλήθεια, ἒχουν αὐτοί οἱ νέοι! Εἶχαν μεταβεῖ, κάποιοι ἀπ΄ αὐτούς ἐκεῖ ἀπό τήν προηγουμένη ἡμέρα καί ὃταν ἐφθάσαμε ἐκεῖ, ἐκάρφωναν τίς σανίδες στό πάτωμα τοῦ παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (ναϋδριο ἐντός τῶν κτησμάτων τῆς Μονῆς, τοῦ ὁποίου εἶχε καταρρεύσει τό πάτωμα.) Μέ ξύλα τῆς περιοχῆς κατάφεραν νά ξανακάνουν λειτουργικό τό παρεκκλήσιο.
Σε λίγο ἀκούστηκε ὁ ἦχος ἀπό τό πέρασμα τοῦ κοπαδιοῦ στό φαράγγι. Πρωτόγνωρο ἂκουσμα γιά κάποιους ἀπό τούς νέους. Ὁ τσοπάνης εὐλαβικά ἀνέβηκε στό Μοναστήρι, ἒσκυψε, μπῆκε στό Καθολικό ἀπό τήν μικρή πόρτα, σταυροκοπήθηκε, ἀσπάσθηκε τήν εἰκόνα τοῦ Ταξιάρχη καί βγαίνοντας ἐξέφρασε τήν ἀπορία του, ἀλλά καί τήν χαρά του γιά τήν παρουσία τοῦ Δεσπότη στό ἀπρόσιτο μοναστήρι. Ἀσπάστηκε το χέρι καί ρώτησε.
- Πῶς τά κατάφερες Δέσποτα καί άνέβηκες μέχρις ἐδῶ;
- Ὃπως και σύ, ἀπάντησα.
- Μά, ἐγώ εἶμαι μαθημένος τόσα χρόνια στά κατσάβραχα καί στίς ρεματιές.
- Καί ἐγώ, τού εἶπα χαμογελώντας.
Ἡ ἱερότητα τοῦ χώρου καί ἡ ὁμορφιά τοῦ τοπίου ἢθελαν ἐπίμονα νά μᾶς κρατήσουν ἐκεῖ. Δυσκολευτήκαμε νά πάρωμε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.
Ὃμως ἒπρεπε νά ἐπιστρέψωμε, στήν πολύβουη πόλη τῶν Πατρῶν, στήν πόλη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, ἡ ὁποία ἒχει τίς δικές της μεγάλες ὀμορφιές καί τά δικά της δύσβατα, ἀλλά ὡραῖα μονοπάτια.
Μετά δύο ὡρῶν περίπου πεζοπορία στά δύσκολα μονοπάτια τῆς Τριταιΐτικης ρεματιᾶς, ἐφθάσαμε στό δρόμο ὃπου εἲχαμε ἀφήσει τό αὐτοκίνητο.
Ἀφοῦ ἐθαυμάσαμε ἀπό ψηλά τά πανέμορφα χωριά μας, τό Ἀλποχώρι καί τή Σπαρτιά, περάσαμε ἀπό τήν Μονή τῶν Ἁγίων Πάντων καί ἐφθάσαμε στήν Πάτρα, ὃπου αἰσθανθήκαμε τήν διαφορά, ἀφοῦ ἡ θερμοκρασία ἦτο ὑψηλή, ἀλλ’ ὃμως ἡ πνευματική δρόσος μεγίστη.
Θά ἢθελα, τελειώνοντας αὐτή τήν ἀναφορά στήν ἐπίσκεψή μας στό παλαιό καί ἁγιασμένο Μοναστήρι τοῦ Ταξιάρχη τῆς Τριταίας τῶν Πατρῶν, νά εὐχαριστήσω
Τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Ἁγίων Πάντων Τριταίας π. Άρτέμιο καί τούς λοιπούς Μοναχούς. Εἰδικά ὃμως τόν ἀγαπητό κατά πάντα, ἂοκνο καί πρόθυμο, τόν ἐργατικό καί ὑπάκουο π. Ζαχαρία, πού ὡς ἒλαφος, ὃποτε χρειασθῇ, ἀνεβαίνῃ χωρίς νά κοπιάζῃ στόν Ταξιάρχη. (Πέρυσι ἀνέβηκε 7 φορές)
Επίσης τά παιδιά πού βοήθησαν καί βοηθοῦν τον π. Ζαχαρία, τόν Ἰωακείμ καί τόν ἀδελφό του Ἀναστάση, τόν Γιῶργο καί τόν Χρῖστο, τόν Χρῖστο πού μᾶς ἒδειξε τόν δρόμο καί μᾶς συνόδευε μέχρι τό Μοναστήρι, τόν Ἂγγελο καί τά ἀδέλφια του Γιῶργο καί Ἀιμιλιανό καί τόν ἐξαδελφό τους Ἀνδρέα, ὃπως καί τόν Δημήτρη πού ἐργάστηκε γιά τήν τακτοποίηση καί τόν εὐτρεπισμό τοῦ χώρου.
Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες θά ἀνέβουν οἱ πλέον τολμηροί τῆς περιοχῆς γιά νά συμμετάσχουν στήν Θεία Λειτουργία τήν ὁποία θά τελέσῃ ὁ π. Ζαχαρίας ἐπί τῇ ἐορτῆ τῆς Ἁγίας Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης, στίς 17 Ἰουλίου.
Ἀπομένει ἡ ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεως μας στόν Ταξιάρχη, γιά τήν τέλεση Άρχιερατικῆς Θείας Λειτουργίας στό ἁγιασμένο Καθολικό τῆς γεραρᾶς καί λησμονημένης Μονῆς.
Καί κάτι ἀκόμα. Γνωρίζοντας ὃτι εἶναι ἀνθρωπίνως δύσκολο νά μεταφερθοῦν ὑλικά μέχρις ἐκεῖ γιά νά πραγματοποιηθοῦν ἐργασίες, λόγω τοῦ δύσβατου καί ἀπρόσιτου τῆς περιοχῆς, προσευχηθήκαμε νά δώσῃ ὁ Θεός κατά τήν δική Του δωρεά καί τήν οἰκονομία καί μέ τήν βοήθεια τοῦ Ταξιάρχου Μιχαήλ, ὣστε νά πραγματοποιηθῇ ἡ βαθειά μας αὐτή ἐπιθυμία.