Κείμενο Σεβ. Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου: ” Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑΣ”
Ἡ προσευχή τῶν Ἁγίων Θεοπατόρων ἐπί ἔτη πολλά, ἡ ὑπομονή τους καί ἡ θερμή τους πίστη πρός τόν Θεό ἄνοιξαν τοῦ οὐρανοῦ τίς πύλες, καί ἡ Παντάνασσα καί πανύμνητος Μαρία, ὡς καρπός εὐκλεής τῆς ἱερᾶς συζυγίας, ἐν καιρῷ γήρως, ἀνέτειλε στόν κόσμο. Ἄν ἡ γέννηση ἑνός παιδιοῦ φέρῃ μεγάλη χαρά, πόσο μᾶλλον ἡ Γέννηση τῆς πανάγνου καί πανακηράτου Κόρης, ἡ ὁποία ἔλυσε τήν ἀράν τῆς Εὔας καί ἔφερε στόν κόσμο τόν Θεόν ὡς ἄνθρωπο, γιά νά λυτρώσῃ τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ἀποκαταστήσῃ στήν ἀρχαία μακαριότητα, στόν Παράδεισο δηλαδή, στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἡ μεγάλη αὐτή ἑορτή μᾶς δίδει τήν εὐκαιρία νά ἀσχοληθοῦμε γιά λίγο μέ τό θέμα τῆς τεκνογονίας, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ μεῖζον ζήτημα, ἰδιαίτερα σήμερα, γιά τήν πατρίδα μας.
Ἀγαπητοί, ἕνας ἀπό τούς σκοπούς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνῃ συνδημιουργός τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τό ἱερό Μυστήριο τοῦ Γάμου, ὅπου ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει τόν ἄνδρα καί τήν γυναῖκα καί εὔχεται νά ἀποκτήσουν εὐτεκνίαν καί καλλιτεκνίαν. Μάλιστα, μία ἐξόχως συγκινητική εὐχή, παρμένη ἀπό τόν ἱερό ψαλμωδό, λέγει: «Καί ἴδοις τούς υἱούς τῶν υἱῶν σου ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης σου» (Ψαλμ. ρκζ’). Κάθε φορά πού λέω τά λόγια αὐτά συγκινοῦμαι, διότι μεταφέρομαι στήν θαυμάσια εἰκόνα, ὅπου συγκεντρωμένοι γύρω ἀπό τό ἴδιο τραπέζι, γονεῖς καί παιδιά καί ἐγγόνια μετέχουν τῆς ἴδιας χαρᾶς καί μεγάλης εὐτυχίας. Ὅσοι ζήσαμε τέτοιες στιγμές, ἀναπολοῦμε αὐτή τήν εὐτυχία καί μακαρίζομε ἐν εὐγνωμοσύνῃ τούς γεννήτορές μας καί τούς παπποῦδες καί γιαγιάδες μας, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔδωσαν αὐτές τίς ρίζες καί αὐτή τήν ἀνατροφή. Δέν ὑπάρχει ὡραιοτέρα εἰκόνα ἀπό αὐτή πού περιγράψαμε παρά πάνω.
Ἡ πραγματικότητα ὅμως στίς ἡμέρες μας, καί μιλῶ γιά τά δικά μας, τά Ἑλληνικά δεδομένα, εἶναι δυστυχῶς τελείως διαφορετική. Ὁ θεσμός τῆς οἰκογενείας, πού εἶναι ἡ ρίζα τῆς πνευματικῆς καί τῆς ἐν γένει κοινωνικῆς ζωῆς, διελύθη, ἀφοῦ προηγουμένως ἐσυκοφαντήθη ὡς ἀναχρονιστικός καί ἐκτυπήθη ἀλύπητα. Χάθηκε ἡ συνοχή τῆς οἰκογενείας, καί ὡς ἐκ τούτου ἡ πραγματική εὐτυχία.
Τά ἀποτελέσματα εἶναι ἐξόχως ἀνησυχητικά καί ἄκρως λυπηρά. Ἡ προοπτική πλέον ἄλλαξε. Τά πράγματα τά μετρᾶμε, ὅχι μέ γνώμονα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό πνευματικό μας συμφέρον, ἀλλά μέ γνώμονα τήν πρόσκαιρη ἀπόλαυση, τήν πρόσκαιρη χαρά, τό βόλεμα, τήν ἀποφυγή ἀγώνων καί θυσιῶν. Βαδίζομε χωρίς πίστη στό Θεό, χωρίς ὑπομονή καί ἐλπίδα.
Ἡ μεγάλη ὑπεύθυνη γιά αὐτή τήν κατάσταση, ἡ πολιτεία μέ τήν πολιτική πού ἐφήρμοσε τίς τελευταῖες δεκαετίες, ἀκούεται κάπου-κάπου μέ ἕνα ψεύτικο ἐνδιαφέρον νά μιλάῃ γιά πρόβλημα ὑπογεννητικότητος στήν Ἑλλάδα, γιά πρόβλημα δημογραφικό καί ἄλλα συναφῆ ζητήματα.
Ἡ κατάσταση εἶναι ἀληθῶς δραματική. Ἡ τελευταία ἀπογραφή ἔδειξε τά χάλια μας, ὡς κράτους Ἑλληνικοῦ. Ὁ πληθυσμός γηρασμένος, τά χωριά μας ρημαγμένα, πολλά σχολεῖα ἔκλεισαν, τά Ἑλληνόπουλα σέ λίγο θά ἀποτελοῦν μειοψηφία μπροστά στήν πληθύ τῶν παιδιῶν τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό γονεῖς ἀλλοδαπούς, πού ἔχουν ἔλθει στήν χώρα μας. Τοῦτο τό λέγομε, χωρίς βεβαίως νά ἔχωμε κάτι μέ τούς ἀνθρώπους αὐτούς. Ἀντίθετα, τούς ἀγαπᾶμε καί ἐνδιαφέρομεθα ὡς Ἐκκλησία τά μέγιστα γι’ αὐτούς καί τό ἀποδεικνύομε ἐν τοῖς πράγμασι. Ἁπλῶς ἐπισημαίνομε καυτές ἀλήθειες, προκειμένου κάποιοι νά ξυπνήσουν καί νά ἀντιληφθοῦν τό μέγεθος τῆς εὐθύνης τους ἔναντι τῆς πατρίδος μας.
Αὐτή ἡ μείωση τοῦ πληθυσμοῦ ὀφείλεται:
1. Στήν ἀποφυγή-ἄρνηση τῶν νέων ἀνθρώπων νά ἔλθουν εἰς Γάμου κοινωνίαν. Παλαιότερα ἐλάχιστοι ἦσαν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι παρέμεναν ἄγαμοι. Σέ κάθε χωριό μετροῦνταν στά δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρός. Τώρα ὅμως εἶναι ἡ πλειονοψηφία. Ὅσοι νέοι μένουν στά χωριά, παραμένουν ἄγαμοι, ἀφοῦ καμμιά κοπέλα δέν ἐπιθυμεῖ πλέον νά μένῃ σέ χωριό, ἔστω κι ἄν αὐτό εὑρίσκεται πλησίον πόλεως. Ὅσο για τίς πόλεις, καί ἐκεῖ τά πράγματα δέν εἶναι καλύτερα. Τά παιδιά μας συνηθίζουν στήν μοναξιά, ἡ ὁποία γίνεται ὁ τραγικός μόνιμος σύντροφος-ἐφιάλτης στήν ζωή τους. Τά χρόνια περνᾶνε καί ἡ ζωή τελειώνει, δυστυχῶς, ἄδοξα.
2. Στήν ἀποφυγή τεκνογονίας ἀπό τά νέα ζευγάρια, τά ὁποῖα εἴτε δέν ἐπιθυμοῦν νά ἀποκτήσουν παιδιά λόγῳ, ὅπως ἰσχυρίζονται, τῶν πολλῶν δυσκολιῶν, εἴτε κάνουν ἕνα ἤ τό πολύ δύο τέκνα, προφασιζόμενοι ὁμοίως τά πολλά προβλήματα πού μαστίζουν σήμερα τήν κοινωνία μας.
3. Στίς πολλές ἐκτρώσεις, οἱ ὁποῖες γίνονται στήν χώρα μας. Ἑκατοντάδες χιλιάδες ἀγέννητα παιδιά κάθε χρόνο σκοτώνονται στήν πατρίδα μας. Εἶναι φρικτό, ὀδυνηρό, νά σκοτώνῃ ἡ ἴδια ἡ μάνα τό παιδί, τό σπλάγχνο της, τό ὡραιότερο δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ μιά γυναῖκα. Ἄχ καί νά μποροῦσαν αὐτά τά δύστυχα πλάσματα νά μιλήσουν! Τί θά εἶχαν νά ποῦν στίς μητέρες τους! Τί θά ἔλεγαν στούς συνεργούς σ’ αὐτούς τούς φόνους «γιατρούς», τούς ὁποίους οὐδείς ἀνθρώπινος νόμος τιμωρεῖ; Καί τί θά ἀπαντοῦσαν αὐτές οἱ μανάδες καί οἱ φονεῖς γιατροί, πού ἡ ζωή τους ὅλη εἶναι βουτηγμένη σέ αἷμα ἀθώων παιδιῶν; Ἀλλ’ ὤ, τί λέγω; Θά ἔλθῃ ἡ φρικτή ὥρα πού θά ἀπολογηθοῦν ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματος τοῦ Κυρίου, καί τότε φεῦ, τί θά ἀπαντήσουν, ἐνώπιον τῶν μαρτύρων, τῶν μυριάδων δηλαδή σφαγιασθέντων παιδιῶν;
4. Στήν ἀδιαφορία τῆς πολιτείας γιά τήν οἰκογένεια, γιά τά παιδιά, γιά τήν ἐργασία, γιά τούς πολυτέκνους, πού τους ἔχει ἀφήσει ἐν πόλλοῖς ἀβοήθητους, ἀνυπεράσπιστους, καί πού σπανίως –καί τότε γιά τά μάτια τοῦ κόσμου, κατά τό κοινῶς λεγόμενο‒ ἔσκυψε γιά νά ἀντιμετωπίσῃ τά προβλήματά τους. Ἀντί νά ἀνακουφίζῃ, φορολογεῖ, ἀντί νά βοηθᾷ, κωφεύει καί ἀδιαφορεῖ. Κάθε φορά πού συζητῶ μέ νέους ἀνθρώπους ἤ μέ «ὑπευθύνους» τῆς πολιτείας ταγούς, θέτω αὐτά τά ζητήματα καί ἔχω εὔκαιρες τίς ἀπαντήσεις στίς ὅποιες ἐνστάσεις τους.
Ἀδελφοί μου, κλείνοντας αὐτή μου τήν ἀναφορά σημειώνω τά ἑξῆς. Μᾶς λείπει ἡ ἐμπιστοσύνη, ἡ πίστη στόν Θεό. Κτίζομε, ἐν πολλοῖς, τήν ζωή μας χωρίς τόν λίθο τόν ἄσειστο, τόν ἀκρογωνιαῖο, «ὅς ἐστίν Ἰησοῦς Χριστός». Ἔτσι περιμένομε πότε θά ἔχωμε χρήματα γιά νά ἀποκτήσωμε παιδί, καί πότε θά ἀγοράσωμε μεγαλύτερο σπίτι, γιά νά ἀναπτύξωμε τήν οἰκογένειά μας. Ὅμως στερούμεθα τῆς χαρᾶς νά βέπωμε τά ἀγγελούδια γύρω μας. Καί σᾶς ἐρωτῶ. Περνοῦσαν καλύτερα σέ παλαιότερες ἐποχές οἰ ἄνθρωποι; Θά ὑπῆρχε Ἑλλάδα, ἄν δέν ἔκαναν παιδιά στά τετρακόσια χρόνια τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς; Ἀνατρέξατε ἐπίσης στήν ἱστορία, γιά νά διαπιστώσετε πόσα παιδιά ἔκαναν οἱ Ἕλληνες κατά τήν διάρκεια τῶν μαύρων χρόνων τῆς Κατοχῆς, καί συγκρίνατε μέ τήν σημερινή κατάσταση. Δέν ἀγνοῶ τίς δυσκολίες, καί μή σπεύσετε νά μέ κατηγορήσετε ὡς αἰθεροβάμονα. Ζῶ τήν πραγματικότητα καί πονάω πολύ γι’ αὐτό τόν τόπο, γι’ αὐτή τήν δύστυχη πατρίδα πού χάνεται ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα, πού μαραζώνει καί γερνάει.
Ἐλπίδα θέλω, ὡς Ἐπίσκοπος, νά σᾶς δώσω. Δύναμη θέλω νά σᾶς ἐμπνεύσω, πού πηγάζει ἀπό τήν θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος λέγει, «οὐ μή σέ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σέ ἐγκαταλίπω» (πρβλ. Δευτ. λα’. 6). Γιά τήν οἰκογένεια κλαίω πού διαλύεται, γιά τά παιδιά μας θρηνῶ πού ζοῦν καί πεθαίνουν στήν μοναξιά, καί αὐτό δέν τούς ταιριάζει. Τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου κρούω, κατά χρέος, μήπως καί ξυπνήσουν οἱ ἄρχοντες αὐτοῦ τοῦ τόπου καί ἀποφασίσουν νά σκεφθοῦν καί νά ἐνεργήσουν Ἑλληνικά, μέ βάση τό καλῶς ἐννοούμενο συμφέρον τῆς πατρίδος μας. Ἄς δοῦν τά ἀποτελέσματα τοῦ μέτρου, τό ὁποῖο ἔλαβε ἡ Ἐκκλησία ἤδη ἐπί μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, γιά τήν ἐπιχορήγηση τοῦ τρίτου τέκνου τῶν Χριστιανικῶν οἰκογενειῶν τῆς Θράκης, καί τό ὁποῖο συνεχίζεται καί ἐπί τοῦ νῦν Ἀρχιεπισκόπου Μακαριωτάτου Ἱερωνύμου, καί ἄς παραδειγματισθοῦν καί ἄς σταματήσουν νά σφυρίζουν ἀδιάφορα, προφασιζόμενοι «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις». Οὐδέποτε ἡ Ἑλληνική πολιτεία κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες ἐνδιαφέρθηκε σοβαρά γι’ αυτό τό ζήτημα.
Ἄς ἀναλάβωμε ὅλοι μας τίς εὐθύνες μας γι’ αὐτό τόν τόπο καί τά παιδιά του. Ἡ Ἑλλάδα, ἡ πατρίδα μας, σύντομα θά μᾶς δικάσῃ καί θά μᾶς καταδικάσῃ γιά τήν ἀδιαφορία μας, τήν ὀλιγωρία μας καί τήν ἀπραξία μας μπροστά στά μέγιστα πνευματικά καί μείζονος σημασίας ἐθνικά θέματα, τά ὁποῖα μαστίζουν τήν χώρα μας, ἀνάμεσα στά ὁποῖα καί τό συγκεκριμένο ζήτημα.