Ὁ
λόγος ὁ καλός κάνει τόν κακό καλό, ἔλεγε ὁ Ὅσιος
Μακάριος, ἐνῶ ὁ κακός ὁ λόγος καί τόν καλόν
ἐρεθίζει.
-
Αἴ σατανά, ποῦ τρέχεις; τοῦ
φώναξε ἀπερίσκεπτα. Ἐκεῖνος τότε θύμωσε καί ἔσπασε τό
ραβδί του στίς πλάτες τοῦ καλογέρου, ὥσπου τόν ἄφηκε
μισοπεθαμένο. Σέ λίγο φάνηκε καί ὁ Ὅσιος στό δρόμο. Βλέποντας τόν
εἰδωλολάτρη νά τρέχη γιά νά κρυφτῆ, τοῦ φώναξε μέ καλοσύνη.
- Ὁ Θεός νά σέ εὐλογῆ,
προκομμένε ἄνθρωπε. Ἐκεῖνος (ὁ εἰδωλολάτρης) στάθηκε σαστισμένος καί τόν ρώτησε:
-
Τί καλό εἶδες σέ μένα, Ἀββᾶ,
καί μοῦ μιλᾶς ἔτσι;
- Σέ βλέπω πού τρέχεις, τοῦ εἶπε
ὁ Ὅσιος. Λυπᾶμαι μόνο πού δέν ἔχεις καταλάβει,
ὅτι μάταια κοπιάζεις.
-
Ἡ κουβέντα σου γλυκαίνει τήν ψυχή μου,
εἶπε ἥρεμος, ὁ εἰδωλολάτρης. Αὐτό εἶναι
σημάδι πώς εἶσαι πραγματικά ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Πρίν
ἀπό λίγο, ὅμως, μέ βρῆκε ἕνας κακός καλόγερος καί χωρίς
λόγο μέ ἔβρισε. Ἀλλά καί ἐγώ τόν πλήρωσα καλά. Τόν
ἄφησα ἀναίσθητο ἀπό τό ξύλο.
Ὁ γέροντας κατάλαβε πώς αὐτός ἦτο
ὁ ὑποτακτικός του. Ψάχνοντας λίγο πιό πέρα τόν βρῆκε σέ κακή
κατάσταση. Ἐζήτησε τότε ἀπό τόν εἰδωλολάτρη νά τόν
βοηθήσῃ, νά τόν μεταφέρουν στήν καλύβη τους. Σάν ἔφθασαν
ἐκεῖ, ἐκεῖνος γύρεψε συγχώρηση ἀπό τόν Ὅσιο
Μακάριο γιατί εἶχε κακομεταχειρισθῆ τόν μαθητή του καί τό
παρακάλεσε νά τόν κάνει Χριστιανό.
Σημείωσις
Πράγματι πόσο γλυκαίνει τίς καρδιές ἕνας
λόγος ἀγάπης! Βάλσαμο παρηγοριᾶς εἶναι. Μαλακώνει ἀκόμα
καί τήν πέτρα. Ὅλοι μας ἔχομε ἀνάγκη ἀπό τήν
ἔκφραση τῆς ἀγάπης καί τῆς γλυκύτητος τῶν
ἄλλων.
Ὁ καλός ὁ λόγος θίγει τίς
λεπτότερες χορδές τῆς καρδιᾶς τοῦ ἄλλου. Ἀκόμα
καί τόν χειρότερο ἄνθρωπο νά ἔχης ἀπέναντί σου, ἔλεγε
ἕνας ἄλλος Ὅσιος, ἄν τοῦ πῆς ἀγάπης
λόγον, θά τόν συγκινήσης καί θά τόν κερδήσης.
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ
μέ τήν γλυκύτητά τους καί τήν πολλή τους ἀγάπη, ἡμερεύουν
ἀκόμα καί τά ἄγρια θηρία. Μέσα στόν Παράδεισο ζώντας οἱ
Πρωτόπλαστοι, στήν προπτωτική κατάσταση, ζοῦσαν μαζί μέ ὅλα τά
ἄλογα ὄντα, χωρίς νά κινδυνεύουν ἀπό κανένα ἐξ’
αὐτῶν. Ὅταν ὅμως ἥμαρτε ὁ ἄνθρωπος,
τότε τά ἄλογα ὄντα, ὡς χαρακτηριστικά ἀναφέρουν
οἱ θεοφώτιστοι τῆς Ἐκκλησίας Πατέρες, αἰσθάνθηκαν
ὅτι ἔχασε (ὁ ἄνθρωπος) τήν καθαρότητα τοῦ νοός,
τήν ἁγνότητα τῆς καρδίας καί τήν δυνατότητα τῆς μετά
τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἄλλων ὄντων κοινωνίας καί διά
τοῦτο τόν ἐφοβήθησαν καί ἀμυνόμενα ἐγένοντο
ἐχθρικά πρός αὐτόν.
Ἀδελφέ μου, ὅτι ἔχει ἡ καρδία μας, ἐξέρχεται καί ἐκ τοῦ στόματος μας. Ἐξ΄ ἄλλου «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας, λαλεῖ τό στόμα». Μή ἐπιτρέπης «ἐκ τοῦ ἕρκους τῶν ὀδόντων σου», ἀπό τό στόμα σου δηλαδή, νά ἐξέρχονται, λόγοι σκληρότητος, κακίας, μίσους, ἐμπαθείας ἀλλά λόγοι ἀγάπης καί χάριτος, γλυκεῖς λόγοι, παρηγορητικοί, ἐπιστηρικτικοί, λόγοι ἐπαίνων δι’ ὅ,τι καλόν καί τότε θά δυνηθῆς ἀκόμη καί νά διορθώσης τόν ἄλλον, διότι θά κατανοήση ὅτι τόν ἀγαπᾶς. Ὅταν ἡ ψυχή κατανοήση, μέ τήν διάκριση πού ἔχει, ὅτι τήν ἀγαπᾶς, τότε καί ὅταν γίνεσαι αὐστηρός καί ὅταν οἱ λόγοι σου εἶναι λόγοι έλέγχου, κατανοεῖ ὁ ἄλλος, ὅτι σκοπόν ἔχεις τήν διόρθωσή του καί δέχεται καί τάς ἐξ’ ἀγάπης παρατηρήσεις σου καί τάς οἱασδήποτε ὑποδείξεις διά τήν πνευματικήν πρόοδον καί τήν σωτηρία του. |
---|