Η
ΙΑΧΗ ΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΤΩΝ...
Τοῦ
ΣεβασμιωτÜτου Μητροπολßτου Πατρῶν
κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΜεγÜλη
καß λαμπρÜ εἶναι ἡ ἑορτÞ τῶν Θεοφανεßων γιÜ τÞν
Ὀρθοδοξßα ὁλüκληρη, καß ἰδιαιτÝρως γιÜ τÞν ὀρθüδοξη
ἙλλÜδα. Τü «ἐν ἹορδÜνῃ βαπτιζομÝνου σου Κýριε...»
ἀκοýστηκε ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τῆς Πατρßδος
μας, μÝ χιλιÜδες Ἕλληνες νÜ συμμετÝχουν στÞν πανευφρüσυνη ἑορτÞ.
ΣτÞν
πüλη μας μακρÜ παρÜδοση θÝλει τüν ἐπßσημο ἑορτασμü νÜ τελῆται
στüν Ἱερü Μητροπολιτικü Ναü Εὐαγγελιστρßας Πατρῶν, καß
ἐκεῖθεν ἡ ἱερÜ λιτανευτικÞ πομπÞ μÝ τüν Τßμιο Σταυρü καß τÞν ἱερÜ εἰκüνα τῆς
Βαπτßσεως του Κυρßου νÜ φτÜνῃ στü λιμÜνι, ὅπου γßνεται ἡ
τελετÞ τῆς καταδýσεως τοῦ Τιμßου Σταυροῦ.
ΣαρÜντα
καß πλεüν νÝοι ἀψÞφισαν τü κρýο ἐφÝτος καß ἔπεσαν στÜ
παγωμÝνα νερÜ τοῦ Πατραúκοῦ, γιÜ νÜ «πιÜσουν» τü ἱερþτατο
τῆς Ἐκκλησßας μας Σýμβολο. ΣυγκινητικÞ ἡ εὐλÜβειÜ τους
ὅταν ἀσπÜζονταν τüν Τßμιο Σταυρü, καß ἀκüμη πιü συγκινητικÞ
ἡ στιγμÞ ποý τüν παρÝδιδε στÜ χÝρια μας ὁ νεαρüς ποý τüν ἀνÝσυρε
ἀπü τÜ νερÜ.
Ὅλα
αὐτÜ τÜ ἀναμÝναμε, γνωρßζοντες ὅτι οἱ νÝοι μας
εἶναι ἐκλεκτÜ παιδιÜ, καß ἔχουν ζῆλο ψυχῆς καß
φλüγα καρδιᾶς γιÜ τüν Χριστü καß τÞν Ἐκκλησßα μας.
Ἡ
ἐκπληξÞ μας, ὅμως, ἦτο μεγÜλη ὅταν ἀκοýσαμε τÜ
παιδιÜ μας νÜ κραυγÜζουν, ἐξερχüμενα ἀπü τÞν θÜλασσα, «ΖÞτω
ἡ ἙλλÜδα μας! ΖÞτω ἡ Πατρßδα μας!». Καß ἦτο
αὐτÞ ἡ φωνÞ γεμÜτη πÜθος, βγαλμÝνη ἀπü τÜ τρßσβαθα τῆς
καρδιᾶς τους. Εἶναι, βλÝπετε, καß οἱ ἡμÝρες φορτισμÝνες
συναισθηματικÜ μÝ ὅ,τι συμβαßνει γýρω μας, στüν χῶρο μας, στÞν
κοινωνßα μας, στÞν ἙλλÜδα. Εἶναι ἡ ἄφιλη καß ποταπÞ
συμπεριφορÜ τῶν ξÝνων πρüς τÞν χþρα μας, καß συνελüντι εἰπεῖν
ὅλα ὅσα βιþνομε σχετικÜ μÝ τÜ παραπÜνω.
Ἦτο
μιÜ φωνÞ «ὡς βροντÞ ὑδÜτων πολλῶν» (πρβλ. Ψαλμ. κη’. 3), γιÜ νÜ χρησιμοποιÞσωμε
ἐπßκαιρη ἔκφραση, μÝσα ἀπü τÞν ὁποßα διετρανοῦτο
ἡ ἀκατανßκητη δüξα τῆς ἡρωικῆς Πατρßδος μας,
ἡ ὁποßα παρÜ τÜ ὅποια κτυπÞματα στü διÜβα τῶν
αἰþνων, παραμÝνει ζῶσα καß θÜλλει, εἰς πεῖσμα τῶν
ἐπιδüξων «σφαγÝων» της.
Πιστεýομε
ἀκρÜδαντα ὅτι οἱ νÝοι μας ποý βροντοφþναξαν στü λιμÜνι
τῆς ΠÜτρας «ΖÞτω ἡ ἙλλÜδα!», μετÝφεραν τüν παλμü τῆς
καρδιᾶς μυριÜδων νÝων ἙλλÞνων, φερÝλπιδων, οἱ
ὁποῖοι ὄντως εἶναι ἀποφασισμÝνοι ἀκüμη καß
νÜ θυσιαστοῦν γιÜ τÞν Πατρßδα μας. ἈλλÜ τß εἶναι αὐτÞ ἡ
Πατρßδα, τß εἶναι ἡ ἙλλÜδα μας, ποý τüσο τÞν ἀγαπᾶμε,
καß ἄν χρειασθῇ εἴμαστε ἕτοιμοι νÜ δþσωμε καß τü αἷμα
μας γιÜ αὐτÞν;
ΜÝσα στü κλῖμα
αὐτῆς τῆς συγκßνησης προσπÜθησα νÜ δþσω ἀπÜντηση σ’
αὐτü τü ἐρþτημα.
·
Ἡ
ἙλλÜδα εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στüν κüσμο. Εἶναι ἕνα στολßδι τῆς γῆς. Κüσμος τοῦ κüσμου. ΔÝν
εἶναι σχῆμα λüγου ἡ παραπÜνω φρÜση. Εἶναι ἡ
ἀλÞθεια. ΠοιÜ χþρα ἔχει τü κÜλλος τü φυσικü, τÞν ὀμορφιÜ, τÞν
χÜρη, τÞν καθÜρια θÜλασσα, τüν ξÜστερο οὐρανü καß τüσα ἄλλα ποý
ἔχει ἡ Πατρßδα μας; Μοῦ ἔλεγε πρßν ἀπü λßγες
ἡμÝρες ἕνας Πατρινüς φοιτητÞς ποý σπουδÜζει στü Λονδῖνο: «Τþρα
καταλαβαßνω πüσο ὡραßα εἶναι ἡ ἙλλÜδα. Ὅταν σοῦ
λεßπει ὁ ἥλιος, ἡ καθαρÞ ἀτμüσφαιρα, ἡ
ὀμορφιÜ τῆς θÜλασσας καß τüσα ἄλλα, ἀντιλαμβÜνεσαι τÞν
μεγÜλη δωρεÜ ποý ἔχει δþσει ὁ Θεüς στοýς Ἕλληνες...».
·
ἙλλÜδα
εἶναι ἡ Ἱστορßα ποý
ἔρχεται ἀπü τÜ βÜθη τῶν αἰþνων, ἡ δüξα, ἡ τιμÞ
αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ. Εἶναι ὁ πολιτισμüς ποý
ὅμοιüς του δÝν ὑπÜρχει στÞ γῆ. Εἶναι ἡ σοφßα,
ἡ πολιτιστικÞ κληρονομιÜ, ὅπως διατηρεῖται στÜ μνημεῖα,
στÞν τÝχνη, στÜ γρÜμματα, τßς ἐπιστῆμες, στÞν ἀρετÞ, στüν
ἀθλητισμü.
Εἶναι ἡ
ἙλληνικÞ φιλοσοφßα, ἐκκεντρισμÝνη στÞν ΧριστιανικÞ ἀλÞθεια,
ὅπως τÞν μετÝφεραν, τÞν δεýτερη, αὐτοýσια, ἀκÝραια, στÞν
ἙλλÜδα ὁ Ἅγιος Ἀπüστολος Παῦλος καß ὁ
Ἅγιος ἈνδρÝας, καß ὅπως τÞν καλλιÝργησαν οἱ Ἅγιοι
ΠατÝρες τῆς Ἐκκλησßας μας, ἑνþνοντας δýο κüσμους κατÜ τρüπο
θαυμαστü καß ἐξαßσιο, νοηματßζοντας ἔτσι τÞν περαιτÝρω πορεßα καß
ζωÞ τῆς ἙλλÜδος, ἕως τῆς συντελεßας τοῦ
αἰῶνος.
·
ἙλλÜδα
εἶναι ἡ παρÜδοση, ὅπως κυλÜει
στüν ροῦν τῆς Ἱστορßας, φτÜνει μÝχρι τῶν
ἡμερῶν μας, καß προχωρεῖ γιÜ νÜ ἀρδεýσῃ καß τßς
ἑπüμενες γενεÝς. ΑὐτÞ ἡ παρÜδοση δÝν εἶναι ἡ
στατικüτητα, οὔτε ἡ συντÞρηση, οὔτε ἡ
ὀπισθοδρüμηση, ὡς θÜ ἤθελαν νÜ ἰσχυρßζωνται κÜποιοι
σÞμερα, ἀλλÜ εἶναι ἡ μÜνα ποý τρÝφει τÜ παιδιÜ της μÝ τÜ
νÜματα ποý ἀνÝθρεψε τüσες γενεÝς, γιÜ νÜ φτÜσωμε στü σÞμερα. Εἶναι
τü ὕδωρ τü ἁλλüμενον εἰς ζωÞν, ὥστε νÜ
καρποφορÞσῃ τü δÝνδρο τü ὁποῖο φυτεýεται σÞμερα, γιÜ νÜ
ριζþσῃ καß νÜ ἀντÝξῃ στüν βοριÜ καß τßς φουρτοῦνες
τῆς ζωῆς. Ὅσο μπορεῖ νÜ ζÞσῃ ἕνα δÝνδρο
χωρßς ρßζες, ἄλλο τüσο μπορεῖ νÜ προχωρÞσῃ ἕνας λαüς
χωρßς τÞν παρÜδοσÞ του. Καß ἄν γιÜ ὅλους τοýς λαοýς ἰσχýῃ
αὐτüς ὁ γενικüς κανüνας, πüσο μᾶλλον γιÜ μᾶς τοýς
Ἕλληνες.
·
ἙλλÜδα
εἶναι ἡ Ὀρθοδοξßα. ΚÜποιους
τοýς ἐνοχλεῖ αὐτÞ ἡ ἄρρηκτη σχÝση τῆς
Πατρßδος μας μÝ τÞν Ὀρθüδοξη Πßστη, τοýς ἠλεκτρßζει, τοýς φορτßζει
ἀρνητικÜ. Δυστυχῶς ὅμως δÝν μποροῦμε νÜ τοýς βοηθÞσωμε.
ΘÜ ὑποφÝρουν κλεισμÝνοι στÜ δεινÜ τεßχη τῆς ἰδεολογικῆς
τους φυλακῆς, ἀφοῦ δÝν δýνανται νÜ ξεπερÜσουν τüν ἑαυτü
τους, καß δÝν θÝλουν, ἤ δÝν ἀντÝχουν νÜ ἀτενßσουν τÞν,
ἀπü τοýς αἰῶνες, βεβαιωμÝνη ἀλÞθεια.
Ὅσο καß
ἄν ἀγωνßζωνται καß μÝ ὅποιους τρüπους, ἐναντßον
αὐτῆς τῆς δυνατῆς σχÝσεως, πρÝπει νÜ γνωρßζουν
ὅτι: ΤÜ ΘεοφÜνεια θÜ ξεσηκþνουν σÝ ἱεροýς πανηγυρισμοýς τοýς
Ἕλληνες. Ἡ θÜλασσÜ μας θÜ ἁγιÜζεται ἀπü τüν Τßμιο
Σταυρü. ΤÜ παιδιÜ θÜ πÝφτουν στÜ παγωμÝνα νερÜ τῆς ἙλλÜδος, ἤ
ὅπου γῆς, γιÜ νÜ κρατÞσουν ψηλÜ τüν Τßμιο Σταυρü, ὡς σýμβολο
νßκης ἐναντßον ὁρατῶν καß ἀορÜτων ἐχθρῶν,
ὡς ἱερü τρüπαιο τῆς ἙλλÜδος, δüξα καß τιμÞ τῆς
Πατρßδος μας.
Ναß, ἙλλÜδα καß Ὀρθοδοξßα
εἶναι μεγÝθη τÜ ὁποῖα δÝν ξεχωρßζουν. Ὅπως δÝν
εἶναι δυνατüν νÜ ξεχωρßσῃς τü δÝρμα ἀπü τÜ ὀστᾶ,
ἔτσι δÝν μπορεῖς νÜ ξεχωρßσῃς τüν Χριστü ἀπü τÞν
ἙλλÜδα.
·
ἙλλÜδα
εἶναι οἱ ἄνθρωποι, κÜθε ἡλικßας,
οἱ ὁποῖοι μÝσα στÞν καρδιÜ τους ἔχουν τüση ἀγÜπη
γι’ αὐτüν τüν τüπο, γιÜ τÞν ὀμορφιÜ του, τÞν ἱστορßα του, τüν
πολιτισμü του, τÞν πßστη του, τÞν παρÜδοσÞ του, καß ἀγωνßζονται γιÜ νÜ
μεßνῃ ἄπαρτο αὐτü τü κÜστρο, τü ὁποῖο παρÝλαβαν
ἀπü τοýς πατÝρες τους, ματωμÝνο καß ἔνδοξο.
·
ἙλλÜδα
εἶναι οἱ νÝοι μας, ποý ἔχουν
φλüγα ψυχῆς καß σφρῖγοςκαß νεανικü ζῆλο, ὅμοιο μÝ τüν
ἀκαταμÜχητο ἐνθουσιασμü τοῦ Ἰησοῦ τοῦ
Ναυῆ, ὁ ὁποῖος σταμÜτησε τüν ἥλιο «κατÜ Γαβαþν»,
γιÜ νÜ ἐπιτευχθῇ ἡ νßκη. Αὐτοß οἱ νÝοι μÝ τü
ἀγÝρωχο παρÜστημα, οἱ ὁποῖοι ἄφησαν πßσω τους, τÜ
ψεýτικα καß μÜταια καß πλÜνα τοý κüσμου ποý ξεπÝρασαν ἐμπüδια, τü
ὅποιο «ψῦχος», τüν κüσμο, τüν ἑαυτü τους, καß ἔπεσαν
στÜ νερÜ νικῶντας τÞν δýναμη τῆς φýσεως, προκειμÝνου νÜ ἀνασýρουν
ὅ,τι ἱρþτερο καß ἁγιþτερο, καß νÜ τü παραδþσουν ὡς
θησαυρü ἀτßμητο καß ἐφüδιο ζωῆς στüν σýγχρονο κουρασμÝνο
κüσμο.
·
ἙλλÜδα
εἶναι αὐτÜ τÜ παιδιÜ, ποý γνωρßζουν
ὅτι τÞν εὐτυχßα δÝν τÞν δßνουν μüνο τÜ ὑλικÜ ἀγαθÜ,
ἀλλÜ ἡ ἐνατÝνιση τοῦ οὐρανοῦ, ποý πληροῖ
τÞν ψυχÞ μÝ ἐλπßδα καß αἰσιοδοξßα ὥστε νÜ νικÞσῃ τßς
δυσκολßες, τÞν φτþχεια καß τÞν ἀνÝχεια.
ἙλλÜδα εἶναι τÜ πυργωμÝνα πÜνω
στÞν πßστη στüν ἀληθινü Θεü στÞθη τῶν παιδιῶν μας, ποý
ἀντιστÝκονται στüν σýγχρονο ὁδοστρωτῆρα καß στÞν κατÜπτωση
τῶν ἀξιῶν, ὑποσχüμενα καλýτερες, φωτεινüτερες,
πνευματικüτερες ἡμÝρες στüν τüπο μας.
ΣτÞν Ἐφημερßδα «ΓΝΩΜΗ» τῶν
Πατρῶν (ΔευτÝρα, 7/1/2013), δημοσιεýθηκε ἡ δÞλωση ἑνüς
ἀπü τοýς νÝους ποý ἔπεσαν στÞν θÜλασσα γιÜ νÜ ἀνασýρουν τüν
Τßμιο Σταυρü:
«ΤÜ Ἑλληνüπουλα εἶναι παλληκÜρια·
δÝν ἐπαναπαýονται στÜ Τοýρκικα σßριαλ. Μπορεῖ νÜ μÞν ἔχουν
δουλειÜ, ἀλλÜ ἔχουν ψυχÞ, καß αὐτü ἐπιδεικνýουν
διαρκῶς, ὅσο καß ἄν μᾶς σφυροκοποῦν
ἀνελÝητα. Μπορεῖ νÜ θÝλουν νÜ μᾶς κλÝψουν τü μÝλλον, νÜ
μᾶς πρüδωσαν τü παρüν, ἀλλÜ ἐμεῖς θÜ τοýς κÜνουμε
παρελθüν...».
Ὁ δÝ Σπῦρος Καστανßδης, κρατþντας
τüν Σταυρü στÜ χÝρια του, δÞλωσε στÞν Ἐφημερßδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» (Δημοσßευμα
Τρßτης, 8/1/2013):
«ΣκÝφτηκα: Ἄν αὔριο τü πρωß ξυπνÞσω καß εἶμαι καλÜ, θÜ πÜω νÜ βουτÞξω γιÜ τüν Σταυρü. Καß αὐτü ἔκανα, χωρßς νÜ τü ἔχω πεῖ σÝ κανÝναν. ΔÝν εἶμαι χειμερινüς κολυμβητÞς ἀλλÜ κολυμπÜω, ὅπως ὅλοι, στÞ διÜρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ. Γι' αὐτü καß ὅλοι οἱ δικοß μου ξαφνιÜστηκαν ὅταν μÝ εἶδαν νÜ παραδßδω τον Σταυρü στüν Μητροπολßτη ἤ τü πληροφορÞθηκαν ἀπü ἄλλους φßλους μας.
ΠολλÝς φορÝς πηγαßναμε μÝ ἱστιοπλοúκü νÜ παρακολουθÞσουμε τÞν κατÜδυση τοῦ Τιμßου Σταυροῦ καß τüν Ἁγιασμü τῶν ὑδÜτων. ΠÜντα αὐτÞ ἡ τελετÞ καß τÜ αἰσθÞματα δÝους καß συγκßνησης ποý δημιουργεῖ μοῦ
ἄρεσαν καß
σκεφτüμουν, ὅτι εἶναι ἀπü τÜ πρÜγματα ποý θÜ ἤθελα νÜ κÜνω στÞ ζωÞ μου: ΝÜ βουτÞξω κι ἐγþ γιÜ τüν Σταυρü. Ἔτσι, προχθÝς θεþρησα πþς ἔφθασε ἡ ὥρα. ΒÝβαια βλÝποντας δßπλα μου τüσους ἄλλους
νÝους ποý περßμεναν, θεþρησα πþς ἴσως ἦταν ἀδýνατον νÜ τüν πιÜσω ἐγþ. ΔÝν πειρÜζει, ἀρκεῖ νÜ τüν ἀγγßξω, σκÝφτηκα, καß βοýτηξα. Ἔβλεπα τοýς ἄλλους νÜ κολυμποῦν πολý γρÞγορα καß κολυμποῦσα κι ἐγþ, καß δÝν μπορῶ ἀκüμα νÜ συνειδητοποιÞσω πῶς ἔγινε καß ἔπιασα τüν Σταυρü. Νιþθω πραγματικÜ ὑπÝροχα
τþρα καß θεωρῶ πþς ἦταν μιÜ μεγÜλη εὐλογßα αὐτÞ
ἀπü τüν Θεü γιÜ μÝνα, τÞν οἰκογÝνειÜ μου, καß ὅλους τοýς
συνανθρþπους μας».
Ἀπαντþντας στü ἐρþτημα
τῆς ἐφημερßδος, γιατß τüσοι
πολλοß νÝοι ἔσπευσαν ἐφÝτος νÜ πÝσουν στÞ θÜλασσα γιÜ νÜ πιÜσουν
τüν Σταυρü καß ἐἀν αὐτü τελικÜ συνδÝεται μÝ τÞν
οἰκονομικÞ κρßση, ὁ Σπῦρος Καστανßδης παρατÞρησε: «ΤÝτοιες
ἐποχÝς, ὅπως αὐτÞ ποý ζοῦμε σÞμερα, κÜνουν τοýς
ἀνθρþπους νÜ ξανασκÝφτονται τÞ ζωÞ τους καß τÞ γενικüτερη πορεßα τους. ΨÜχνουν
νÜ δοῦν, ποῦ ἔκαναν λÜθος, ποῦ ἔχασαν τüν δρüμο.
Τþρα ποý χÜθηκε ἡ ἐπßπλαστη εὐημερßα στÞν ὁποßα ζοýσαμε
τÜ τελευταῖα χρüνια καß ποý τελικÜ —ὅπως ἀποδεßχθηκε— δÝν ὑπῆρχε, ἀλλÜ
βασιζüταν σÝ χρÞματα ποý δÝν εἴχαμε, τþρα λοιπüν, ἀναζητοῦν
ἀξßες γιÜ νÜ στηριχτοῦν καß ξαναψÜχνουν τßς ρßζες τους. ΑὐτÝς
οἱ ἀξßες βρßσκονται στÞν Ὀρθüδοξη πßστη μας. Ἔτσι
ἐπιστρÝφουν οὐσιαστικÜ στÞν παρÜδοσÞ μας, σÝ ἔθιμα καß
ἤθη ποý ὑπῆρχαν παλαιüτερα, ἀλλÜ εἶχαν
παραμεληθεῖ...».
Καß σᾶς
ἐρωτῶ· μÝ τÝτοια παλληκÜρια, μπορεῖ ποτÝ νÜ νικηθῇ
ἡ ἙλλÜδα;
Ἐμεῖς ἑνþνομε τÞν φωνÞ μας
μÝ τÞν φωνÞ τῶν εὐλογημÝνων παιδιῶν τῆς ΠÜτρας, ποý τÞν
ἡμÝρα τῶν Θεοφανεßων ἔδωσαν μÞνυμα, ἄρωμα, πνοÞ
Ὀρθüδοξης ἙλλÜδος στüν κüσμο, καß ἐπαναλαμβÜνομε τÞν
ἰαχÞ τους: «ΖÞτω ἡ Ὀρθüδοξη ἙλλÜδα μας!».
|