ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣΟ κ. Πρωθυπουργός έθεσε και πάλι το ζήτημα της μη αναγραφής του θρησκεύματος στο Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας, ζήτημα το οποίον είχε και παλαιότερα τεθεί και στη συνέχεια είχε εγκαταλειφθεί λόγω της αντιδράσεως του χριστεπωνύμου πληρώματος, το οποίον αξιώνει να προκύπτει από την ταυτότητά του η θρησκεία την οποίαν ακολουθεί. Αυτή τη φορά όμως το ζήτημα τίθεται με μεγαλύτερη ένταση και με πείσμα, ενισχύθηκε δε ο θόρυβος γύρω από αυτό, επειδή η Αρχή Προστασίας Δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ετάχθη υπέρ της μη αναγραφής του θρησκεύματος στην ταυτότητα, διατυπώθηκαν δε και επιχειρήματα για τη νομική θεμελίωση της απόψεως αυτής, η οποία θεωρεί ότι η αναγραφή του θρησκεύματος παραβιάζει το Σύνταγμα. Η Εκκλησία εζήτησε την γνώμη ειδικών επιστημόνων, οι οποίοι έχουν αντίθετη άποψη πιστεύουν δηλαδή ότι η προαιρετική αναγραφή τού θρησκεύματος στην ταυτότητα είναι μία λύση, η οποία ικανοποιεί τους πάντες χωρίς να προσβάλλεται το Σύνταγμα για τους εξής λόγους, τους οποίους υιοθετεί και η Εκκλησία: Οσοι υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να αναγράφεται το θρήσκευμα στην ταυτότητα για να θεμελιώσουν νομικά την άποψή τους αυτή τονίζουν τα εξής: α) Με την υποχρεωτική αναγραφή του θρησκεύματος στην ταυτότητα αναγκάζεται ο πολίτης να δηλώσει το θρήσκευμά του και έτσι κινδυνεύει να υποστεί θρησκευτικές διώξεις. Με άλλα λόγια κάθε πολίτης πρέπει να έχει το δικαίωμα να διατηρεί μυστικές τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του για να μη υφίσταται διώξεις. Γι' αυτό άλλωστε οι ναζί επέβαλαν στους εβραίους να έχουν επάνω στο σακάκι τους το άστρο του Δαυίδ για να τους ξεχωρίζουν και να τους συλλαμβάνουν, όταν το έκριναν απαραίτητο. Η άποψη αυτή είναι σωστή μόνον όταν η Πολιτεία και εν γένει κάθε εξουσία σε ερωτά ποια είναι η θρησκεία σου με σκοπό να ασκηθεί εις βάρος σου κάποια δίωξη. Όταν όμως η Αστυνομία σε ερωτά για την θρησκεία σου για να την αναγράψει στο Δελτίο Ταυτότητας δεν έχει σκοπό να σε διώξει, αλλά σε ερωτά για να μπορεί να αποδεικνύεται εύκολα, όταν χρειάζεται για νόμιμο σκοπό, το θρήσκευμά σου. Πώς θα πεισθεί π.χ. ο ιερεύς ότι είσαι χριστιανός ορθόδοξος για να ιερολογήσει τον γάμο σου, εάν δεν του αποδείξεις με κάποιο επίσημο έγγραφο ότι είσαι πράγματι χριστιανός ορθόδοξος; Και τέτοια μεν απόδειξη δεν χρειάζεται στο μικρό χωριό, όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, χρειάζεται όμως στις μεγάλες πόλεις, όπου ο ένας δεν γνωρίζει τον άλλο. Όταν όμως ο ίδιος ο πολίτης θέλει να δηλώσει την θρησκεία του για να μπορεί έτσι να αποδεικνύει σε τι πιστεύει και σε τι δεν πιστεύει, με ποιο δικαίωμα η Πολιτεία θα του απαγορεύσει να αναγράψει στην ταυτότητα το θρήσκευμά του; Δεν είναι αυτό μία παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας του πολίτη, την οποίαν εγγυάται το Σύνταγμα και σύμφωνα με την οποίαν κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να διακηρύσσει την θρησκεία του εγγράφως, προφορικώς, δια του τύπου, δια της ταυτότητάς του και με κάθε άλλο τρόπο, π.χ. να κρεμάσει στο στήθος του μία πινακίδα στην οποία να αναγράφει το θρήσκευμά του; Έτσι, με τα δεδομένα αυτά είναι ηλίου φαεινότερον ότι η προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στην ταυτότητα, δηλαδή η αναγραφή του μόνον όταν το θέλει ο πολίτης, είναι η πιο σωστή λύση. β) Ισχυρίζονται αυτοί που αρνούνται την αναγραφή του θρησκεύματος στην ταυτότητα ότι η αναγραφή αυτή παραβιάζει το Ν. 2472/97 που απαγορεύει την επεξεργασία, δηλαδή την αρχειοθέτηση σε δημόσια ή ιδιωτικά αρχεία, των προσωπικών δεδομένων (δηλαδή πληροφοριών περί του προσώπου) και ιδίως των "ευαίσθητων" προσωπικών δεδομένων, όπως είναι και η πληροφορία για το θρήσκευμα. Και η άποψη όμως αυτή είναι εσφαλμένη, διότι ο Νόμος 2472/97 στο άρθρο 5 ορίζει ότι εάν ο πολίτης συναινεί, τότε επιτρέπεται η αρχειοθέτηση των ευαισθήτων δεδομένων. Τα ίδια ορίζει και η σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς και από την άποψη αυτή η προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στην ταυτότητα, δηλαδή η αναγραφή του μόνον, όταν συναινεί σ' αυτό ο πολίτης, είναι η πλέον ενδεδειγμένη λύση. Σε αυτή τη λύση επιμένει η Εκκλησία, όχι μόνον διότι σέβεται την ελευθερία του προσώπου, αλλά και διότι είναι βεβαία ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θα ζητήσει να γραφεί στην ταυτότητά τους το θρήσκευμα και έτσι θα επαναληφθεί αυτό που συνέβη και με τον πολιτικό γάμο, στον οποίο καταφεύγουν μόνον εκείνοι που θέλουν να τελέσουν γάμο για 4η φορά ή με αλλόθρησκη. Από την άποψη αυτή η Εκκλησία ζητά την προαιρετική αναγραφή τού θρησκεύματος στην ταυτότητα για να αποδειχθεί έτσι τόσο η δύναμη που έχει όσο και η απήχησή της στον ελληνικό λαό. Αξίζει, ακόμα, να αναφερθεί ότι όσοι αρνήθηκαν την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, διατύπωσαν πρωτοφανείς ανακρίβειες και αποσιώπησαν σημαντικά στοιχεία για το θέμα μας, κυρίως σε ό,τι αφορά τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 1. ΤΙ ΛΕΓΕΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ; Συνεχώς και αδιαλείπτως μας "εβομβάρδιζαν" από τα τηλεοπτικά κανάλια και από τις εφημερίδες με την εξής άποψη: "Αφού εισήλθαμε στην Ευρώπη, αφού θέλουμε να γίνουμε Ευρωπαίοι, αφού θέλουμε να εκσυγχρονισθούμε, δεν μπορούμε να ακολουθούμε ρυθμίσεις που είναι αντίθετες προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία, δηλ. προς τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, η οποία δεν επιτρέπει την αναγραφή του θρησκεύματος επί των ταυτοτήτων και γενικότερα δεν επιτρέπει σχέσεις κράτους - Εκκλησίας στενές, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα". Φυσικά, κανένας από τους κ.κ. καλοθελητές δεν έλαβε τον κόπο να μας παραθέσει μία έστω διάταξη της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, που να λέγει τέτοια "φοβερά" πράγματα. Τίθεται επομένως το ερώτημα: Τι λέγει επί του προκειμένου η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως; Λέγει τέτοια πράγματα ή όχι. Ασφαλώς όχι; Και προς απόδειξη τούτου παραθέτουμε τη σχετική διάταξη της ευρωπαϊκής κοινοτικής νομοθεσίας. Η διάταξη αυτή είναι η Δήλωση Νο 11, που έχει προσαρτηθεί στη γνωστή Συνθήκη Άμστερνταμ, η οποία διέπει σήμερα το νομικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η διάταξη αυτή έχει επί λέξει ως εξής: "ΔΗΛΩΣΗ Νο 11 ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σέβεται και δεν προδικάζει το σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο καθεστώς των εκκλησιών και των θρησκευτικών ενώσεων ή κοινοτήτων στα κράτη μέλη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σέβεται με τον ίδιο τρόπο το καθεστώς των φιλοσοφικών και μη ομολογιακών ενώσεων". Όπως βλέπουμε, λοιπόν, η ευρωπαϊκή νομοθεσία καμία υποχρέωση δεν επιβάλλει στην Ελλάδα ή σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος, είτε να μην αναγράφει το θρήσκευμα στα δελτία ταυτότητας, είτε να μεταβάλει το καθεστώς των σχέσεων κράτους - Εκκλησίας. Η σπουδαία αυτή και καθοριστική επί του θέματος ευρωπαϊκή διάταξη απεσιωπήθη και απεκρύβη από όλους εκείνους, οι οποίοι ποικιλοτρόπως επετέθησαν και εξιφούλκησαν κατά της Εκκλησίας. 2. ΤΙ ΕΧΕΙ ΔΕΧΘΕΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ; Ως γνωστόν, πολλές φορές ακούσαμε και διαβάσαμε ότι η αναγραφή του θρησκεύματος στα δελτία ταυτότητας παραβιάζει το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας. Όμως οι κ.κ. νομικοί εκ των αθρόως επιτιθεμένων κατά της Εκκλησίας γνωρίζουν ότι μόνον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δικαιούνται να αποφανθούν, εάν παραβιάσθηκε το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας κάποιου Ευρωπαίου πολίτου. Πληροφορούμε λοιπόν τον ευσεβή λαόν, ότι καμιά τέτοια απόφαση δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα από τα ευρωπαϊκά αυτά όργανα. Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην απόφασή της της 8.9.1993 αποφαίνεται ότι όποιος αποσιωπά και δεν δηλώνει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δε δικαιούται να ισχυρισθεί ότι παραβιάσθηκε η θρησκευτική του ελευθερία (απόφαση της 8.9.1993, υπόθεση Μπερνάρ και άλλων κατά Λουξεμβούργου). Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα: Γιατί η σπουδαία αυτή και καθοριστική επί του θέματος απόφαση αποσιωπάται; Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δια της από 4.12.1984 αποφάσεώς της δέχεται ότι δεν θίγεται και δεν παραβιάζεται το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας ορισμένου πολίτου, επειδή οι δημόσιες αρχές της χώρας του (Ελβετίας) τον υπεχρέωσαν να δηλώσει το θρήσκευμά του (απόφαση της 4.12.1984, προσφυγή 10616/83, υπόθεση Γκότεσμαν κατά Ελβετίας). Και εδώ πρέπει επίσης να ερωτήσουμε: Γιατί η σπουδαία, καίρια και καθοριστική εν προκειμένω απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποσιωπάται; Βλέπουμε, λοιπόν, ότι κατά τρόπον απαράδεκτο και επιστημονικώς και δεοντολογικώς, διοχετεύεται στον ελληνικό λαό μία άνευ προηγουμένου και πρωτοφανής παραπληροφόρηση δι' αποκρύψεως και αποσιωπήσεως των πλέον σπουδαίων και σημαντικών στοιχείων, που ρυθμίζουν στην Ευρώπη το θέμα της δηλώσεως του θρησκεύματος στις ταυτότητες ή σε άλλα δημόσια έγγραφα. 3. ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΣΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΚΡΑΤΗ; Φυσικά ο χώρος δεν μας επιτρέπει να παραθέσουμε όλες τις διατάξεις και όλες τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών χωρών επί του καιρίου θέματος της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες και στα άλλα δημόσια έγγραφα, διότι το ενημερωτικό αυτό κείμενο θα κατέληγε να είναι μακροσκελές και κουραστικό. Περιοριζόμεθα επομένως σε ορισμένες μόνον περιπτώσεις (νομοθεσία, δικαστικές αποφάσεις, εγκύκλιοι), πολύ χαρακτηριστικές και ενδιαφέρουσες επί του προκειμένου, με τη διαβεβαίωση ότι υπάρχουν και πολλά άλλα παρόμοια στοιχεία, τα οποία παραλείπουμε χάριν συντομίας. Κατ' αρχήν, θα πρέπει να διευκρινίσουμε κάτι πολύ σημαντικό. Εφ' όσον οι κ.κ. επιτιθέμενοι κατά της Εκκλησίας θέτουν θέμα συνταγματικό για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, προκύπτει ότι το θέμα το θέτουν γενικά, δηλ. ότι δεν επιτρέπεται (κατ' αυτούς) να αναγράφεται το θρήσκευμα ούτε στις ταυτότητες, ούτε σε κανένα άλλο δημόσιο έγγραφο ή αρχείο τηρούμενο από δημόσιες υπηρεσίες. Έτσι μας παρουσίασαν και κάποια κράτη εις τα οποία το θρήσκευμα δεν αναγράφεται στις ταυτότητες, δεν μας είπαν όμως, μήπως στα κράτη αυτά το θρήσκευμα γράφεται σε πολλά άλλα δημόσια έγγραφα προς εξακρίβωση της ταυτότητος; Και εδώ είναι που ανακύπτει πάλι η μεγάλη παραπληροφόρηση. Ιδού ένα παράδειγμα λίαν χαρακτηριστικό: Στην Γερμανία πράγματι το θρήσκευμα δεν αναγράφεται στις ταυτότητες. Όμως ο γερμανικός νόμος της 24.6.1994 (ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως) στην παράγραφο 1 αναφέρει ότι οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να κρατούν αρχεία για κάθε πολίτη που κατοικεί στην περιφέρειά τους προς εξακρίβωση της ταυτότητάς του. Μάλιστα στην παράγραφο 2 ορίζει, ότι εις το εν λόγω αρχείο οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες θα καταχωρούν για κάθε πολίτη δεκαεννέα στοιχεία (όνομα, διεύθυνση κλπ.). Το υπ' αριθμόν 11 στοιχείο είναι το θρήσκευμα, στο οποίο ανήκει ο καταχωρούμενος στα αρχεία πολίτης (οι γερμανικοί νόμοι αριθμούνται με παραγράφους και όχι με άρθρα). Και επειδή μιλάμε για την Γερμανία, υπενθυμίζουμε ότι στη χώρα αυτή και το Συνταγματικό της Δικαστήριο και τα άλλα ανώτατα και κατώτερα δικαστήρια σε μεγάλο αριθμό αποφάσεών τους έχουν δεχθεί, ότι η καταχώρηση του θρησκεύματος στα δημόσια έγγραφα και αρχεία ουδόλως παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία των πολιτών και απέρριψαν όλες τις προσφυγές, που ζητούσαν να θεωρηθεί αντισυνταγματική η δήλωση των θρησκευτικών πεποιθήσεων στην αρμοδία δημοσία αρχή. Τέλος, πολύ μεγάλος αριθμός Γερμανών συνταγματολόγων και πανεπιστημιακών καθηγητών (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι διαπρεπέστεροι εξ αυτών και, επίσης, ο Πρόεδρος της Γερμανικής Δημοκρατίας μέχρι τον Ιούνιο του 1999 κ. R. Herzog), δέχονται ότι η κατά τα ως άνω καταχώρηση του θρησκεύματος στα δημόσια έγγραφα δεν παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία. Σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη τα πράγματα είναι αυστηρότερα. Στην Αυστρία π.χ. το ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο δέχεται ότι για την παρούσα περίπτωση κανείς δεν μπορεί να ασκήσει το ατομικό του δικαίωμα επί της θρησκευτικής ελευθερίας, εφ' όσον δεν ανήκει σε νομίμως ανεγνωρισμένη θρησκεία. Και ως γνωστόν στην Αυστρία ελάχιστες είναι οι θρησκείες που έχουν κατά νόμον αναγνωρισθεί. Οι λοιπές τυγχάνουν μη αναγνωρισμένες και ευρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από τις αναγνωρισμένες. Κάτι που αν συνέβαινε στην Ελλάδα οι κ.κ. ξιφουλκήσαντες κατά της Εκκλησίας θα μας είχαν "εκτελέσει" (στην Αυστρία υπάρχει αυστηρότατος νόμος περί αναγνωρίσεως θρησκειών). Βλέπουμε, λοιπόν, ότι σε ευρωπαϊκά κράτη οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών καταχωρούνται και μάλιστα με κάθε λεπτομέρεια στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και δεν παίζει κανέναν ρόλο το τι αναγράφει το συγκεκριμένο δημόσιο έγγραφο, που λέγεται "δελτίον ταυτότητoς". Κάθε κράτος προβαίνει στην εξακρίβωση της ταυτότητος των πολιτών του με διαφόρους τρόπους και με διάφορα έγγραφα. Αν λοιπόν το θρήσκευμα αναγράφεται σε άλλο δημόσιο έγγραφο, εξακριβωτικό της ταυτότητoς, και όχι στο χαρτονάκι που λέγεται "δελτίον ταυτότητoς", η κατάσταση δεν αλλάζει κατά τίποτα. Και στην περίπτωση αυτή θα πούμε ότι το θρήσκευμα αναγράφεται και μάλιστα υποχρεωτικώς (όπως ακριβώς στην Γερμανία). Προκύπτει, λοιπόν, ότι οι ως άνω κύριοι που μας είπαν ότι "σε κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν αναγράφεται το θρήσκευμα στα δελτία ταυτότητoς" επιδίδονται και πάλι σε απαράδεκτη παραπληροφόρηση, αντιεπιστημονική και αντιδεοντολογική και οφείλουν να εξηγήσουν στον ελληνικό λαό, γιατί το έκαναν αυτό. Από τα λίγα στοιχεία που (χάριν συντομίας) παραθέσαμε ανωτέρω, ιδιαιτέρως όμως χαρακτηριστικά, καθοριστικά και καίρια, πιστεύουμε ότι ο ελληνικός λαός είναι αρκετά ευφυής για να καταλάβει ποίος του λέγει την αλήθεια και ποίος τον παραπληροφορεί. |
![]() Επιστροφή |